Πως θα «ξεμπλοκάρουν» 10 δισ. από το νόμο Κατσέλη

Μία ακόμη προσπάθεια να εντοπίσουν τους «στρατηγικούς κακοπληρωτές» (όπως ονομάζουν όσους έχουν αλλά δεν πληρώνουν) θέλουν να κάνουν οι τράπεζες προτείνοντας στην κυβέρνηση μία δέσμη μέτρων τόσο για την μορφοποίηση του νόμου Κατσέλη όσο και για το γενικότερο πλαίσιο των ρυθμίσεων των «κόκκινων» δανείων.

Η ανάγκη εφαρμογής ενός αξιόπιστου και αποτελεσματικού πλαισίου για την προστασία των οικονομικά ασθενέστερων δανειοληπτών θεωρείται μείζονος σημασίας και σε αυτό συμφωνούν όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές. Πόσω μάλλον, από τη στιγμή που αίρεται η απαγόρευση των πλειστηριασμών από την 1η Ιανουαρίου του 2015.

Σύμφωνα, ωστόσο, με πληροφορίες του Capital.gr, στην κυβέρνηση αναζητούν τη φόρμουλα που θα τους επιτρέψει να παρατείνουν την απαγόρευση, περιορίζοντας την προστατευτική “ομπρέλα” με στόχευση μόνο σε αυτούς που πραγματικά δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους. Την ίδια ώρα και παράλληλα με τη σωστή λειτουργία του νόμου Κατσέλη, αναγκαία κρίνεται και η αποσυμφόρηση των ειρηνοδικείων που εξετάζουν τις αιτήσεις ένταξης στο νόμο.

Αρμόδια τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι σχεδόν το ένα τρίτο των “κόκκινων” δανείων ιδιωτών έχουν υπαχθεί στο νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Με δεδομένο ότι τα “κόκκινα” δάνεια ιδιωτών (στεγαστικά και καταναλωτικά) τοποθετούνται στα 35 δισ. ευρώ, τα δάνεια που δεν μπορούν να διαχειριστούν οι τράπεζες γιατί έχουν πάρει το δρόμο του νόμου Κατσέλη και «λιμνάζουν» σε αναμονή της εκδίκασης της υπόθεσης εκτιμώνται περί τα 10 δισ. ευρώ.

Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι οι αιτήσεις έχουν ξεπεράσει κατά πολύ τις 100.000, ενώ στην Αθήνα τα ειρηνοδικεία ορίζουν δικάσιμο ακόμη και για το 2022. Με τις αλλαγές που προτείνονται, οι τράπεζες επιθυμούν να τους δοθεί η δυνατότητα να μπορούν να κινηθούν πιο ενεργά στις περιπτώσεις που οι δανειολήπτες εκμεταλλεύονται το νόμο και τρενάρουν τη διευθέτηση των οφειλών τους.

Υπολογίζουν, μάλιστα, ότι αν ενισχυθούν τα εργαλεία για τον εντοπισμό όσων έχουν αλλά δεν πληρώνουν, ο τεράστιος όγκος των αιτήσεων για ένταξη στο νόμο Κατσέλη θα ελαφρύνει ταχύτατα έως και 30%, διευκολύνοντας τόσο το έργο των ειρηνοδικείων, όσο και τη ροή των ρυθμίσεων.

Κατά συνέπεια οι δανειολήπτες θα μπορούν πιο γρήγορα να γνωρίζουν τι είδους ρύθμιση μπορούν να επιτύχουν, ακόμη και «κούρεμα», αλλά και οι τράπεζες θα βρεθούν σε πλεονεκτική θέση έναντι των «στρατηγικών κακοπληρωτών».

Στο ίδιο πλαίσιο, οι τράπεζες φοβούνται ότι το θέμα του «ηθικού κινδύνου» έχει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις και ότι με την πλήρη άρση της απαγόρευσης των πλειστηριασμών ένα μεγάλο μέρος όσων προστατεύονταν για την α’ κατοικία θα προσφύγει αμέσως στο νόμο Κατσέλη και κατά συνέπεια όσοι «κρύβονται» πίσω από το νόμο θα συνεχίσουν να το κάνουν. Μόνο από την μερική ή ολική άρση της απαγόρευσης των πλειστηριασμών οι τράπεζες εκτιμούν ότι θα έχουν τη δυνατότητα να «αναβιώσουν» δάνεια που ξεπερνούν τα 3 δισ. ευρώ.

Παρά το γεγονός ότι η απαγόρευση των πλειστηριασμών, με τη σημερινή της μορφή, προστατεύει ακόμη λιγότερους – και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η νέα μεταβατική μορφή για το 2014 δεν έτυχε μεγάλης ανταπόκρισης – οι περισσότεροι δανειολήπτες που δεν θα καλύπτονται από το 2015, θα έχουν δικαίωμα αίτησης υπαγωγής στο νόμο Κατσέλη.

Σύμφωνα με νομικές πηγές, τα παραδείγματα δανειοληπτών που ενώ έχουν την οικονομική άνεση να εξυπηρετούν τις υποχρεώσεις τους και καταφεύγουν σε δικηγορικά γραφεία για να καθυστερήσουν όσο μπορούν τις πληρωμές δεν είναι πλειοψηφία, όμως είναι τρανταχτά. «Βλέπεις επαγγελματίες με εισοδήματα που στην εποχή της κρίσης θεωρούνται αστρονομικά να θέλουν με κάθε τρόπο να τρενάρουν την πληρωμή δανείων και καρτών», σημειώνει έμπειρος νομικός. «Ο νόμος απορρίπτει σε κάθε περίπτωση τέτοια αιτήματα, όμως υπάρχουν καθυστερήσεις».

Όταν τέθηκε σε ισχύ ο νόμος για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, η πληρωμή των δόσεων πάγωνε μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης. Αυτό όμως άλλαξε και ο δανειολήπτης υποχρεούται να καταβάλλει ένα ποσό που του ορίζει το δικαστήριο, με ελάχιστο τα 40 ευρώ. Σημειώνεται ότι πλέον το δικαστήριο ελέγχει όλα τα στοιχεία που αποδεικνύουν την οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη και μπορεί να ορίσει δόση (μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης) μικρότερη ακόμη και από το 10% που είχε τεθεί ως ελάχιστο.

www.capital.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *