Το βαθύ κούρεμα δοκιμάζει τις αντοχές των τραπεζών

ΝΕΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ για τη συμμετοχή των ιδιωτών με κούρεμα των ομολόγων τους ανακοινώνουν Ε.Ε. και τράπεζες πιθανότατα μέχρι το τέλος της εβδομάδας.

Ηδη βρίσκονται σε εξέλιξη πυρετώδεις διαπραγματεύσεις στο τρίγωνο Παρίσι-Βρυξέλλες-Βερολίνο για την επαναδιαπραγμάτευση των όρων του περίφημου PSI, μετά την ανατροπή των δεδομένων της 21ης Ιουλίου.

Το ζήτημα συζητήθηκε στη σύνοδο των 20 πιο αναπτυγμένων χωρών (G20) που ξεκίνησε την Παρασκευή στο Παρίσι. Αυτή την εβδομάδα η σκυτάλη θα περάσει στις Βρυξέλλες, όπου το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF), το οποίο εκπροσωπεί τις τράπεζες, θα «διαπραγματευτεί» με τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τους νέους όρους συμμετοχής των ιδιωτών.

Αποφάσεις εντός ημερών

Στόχος είναι η νέα συμφωνία να έχει οριστικοποιηθεί το αργότερο μέχρι την ερχόμενη Κυριακή, όταν ξεκινάει η σύνοδος κορυφής της Ε.Ε. Σημείο αιχμής αποτελεί το ύψος των απωλειών που θα αναγκαστούν να γράψουν στα βιβλία τους όσοι ανταλλάξουν τα υφιστάμενα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου τα οποία λήγουν έως το 2020.

Η κινητικότητα αυτή καταδεικνύει πρώτον ότι η συμφωνία της 21ης Ιουλίου παραμένει ενεργή, γεγονός που συνεπάγεται την εθελοντική συμμετοχή των ιδιωτών και όχι μία δραστική λύση αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους της χώρας με γενναίο κούρεμα όλων των ομολόγων και όχι μόνο αυτών που ανήκουν σε ιδιώτες. Το δεύτερο συμπέρασμα αφορά κατ’ επέκταση το «μέγεθος του κουρέματος» που θα υποστούν μόνο τα ομόλογα που θα ανταλλαγούν στο περίφημο σύστημα PSI, το οποίο κατά πάσα βεβαιότητα θα υπερβαίνει το 21%. Παρ’ όλο που η όλη διαπραγμάτευση γίνεται χωρίς τη θεσμική συμμετοχή της Ελλάδας, πληροφορίες από το το IIF, στο οποίο μετέχουν ελληνικές τράπεζες, συγκλίνουν σε ένα μέγεθος κουρέματος το οποίο κυμαίνεται μεταξύ 30% και 40%.

Το πού ακριβώς θα ισορροπήσει το νέο σύστημα (PSI Plus αποκαλείται από αρκετά ΜΜΕ) θα εξαρτηθεί τόσο από το συσχετισμό των αντίρροπων δυνάμεων οι οποίες θα βρεθούν στο τραπέζι του διαλόγου, όσο και από το «τυχαίον» της στιγμής. Ετσι από τη μία πλευρά το Βερολίνο πιέζει για μεγαλύτερο κούρεμα, το οποίο θα είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί η κρατική συμμετοχή στο νέο χρηματοδοτικό πακέτο κάτω από τα 109 δισ. ευρώ. Αντίρροπες είναι οι πιέσεις που ασκούνται από το Παρίσι αλλά και από τις ίδιες τις τράπεζες, οι οποίες επιδιώκουν να ελαχιστοποιήσουν τις πρόσθετες απώλειες που θα υποστούν, έχοντας πλέον αποδεχθεί ότι το κούρεμα 21% αποτελεί παρελθόν. Στην κατεύθυνση αυτή προσπαθούν να συγκρατήσουν τις απώλειες στο επίπεδο του 30%-35%.

Στο επίπεδο αυτό τοποθετείται και το «όριο των αντοχών» για τις ελληνικές τράπεζες. Ηδη οι ελληνικές τράπεζες υπολογίζοντας στο 21% τις απώλειες των ομολόγων, υπέστησαν συνολικά μια ζημιά περίπου 5 δισ. ευρώ η οποία αποτυπώθηκε στα λογιστικά τους στοιχεία του πρώτου εξαμήνου. Συνεπώς αν το κούρεμα των ομολόγων φθάσει τελικά στο 35%, πρέπει να γράψουν πρόσθετη ζημιά 3,5-4 δισ. ευρώ. Οι συνέπειες ωστόσο δεν διαχέονται ισομερώς σε ολόκληρο το σύστημα. Ετσι εκτιμάται ότι οι περισσότερες τράπεζες ενδεχομένως θα χρειαστούν τη βοήθεια του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) για να καλύψουν τις απώλειες αυτές. Ομως τούτο δεν σημαίνει ότι όλες θα κρατικοποιηθούν, καθώς τούτο θα εξαρτηθεί από την «έκταση» της βοήθειας που θα προσφέρει το Ταμείο.

Οι έλληνες τραπεζίτες όπως αποτυπώθηκε τόσο στην παρέμβαση του προέδρου της Πειραιώς Μιχ. Σάλλα την προηγούμενη εβδομάδα, αλλά και την αντίστοιχη της Alpha Bank, επιθυμούν να συγκρατήσουν το μέγεθος του κουρέματος, καθώς αυτές πλήττονται αναλογικά περισσότερο.

Κάποιοι κερδίζουν

Στην αντίπερα όχθη τα hedge funds τα οποία αγόρασαν ελληνικά ομόλογα μετά την συμφωνία της 21ης Ιουλίου όχι μόνο δεν υφίστανται ζημιά (διότι δεν ακολουθούν τους ίδιους λογιστικούς κανόνες με τις τράπεζες), αλλά αντιθέτως μετά τη σημαντική υποχώρηση των μακροχρόνιων επιτοκίων, βγαίνουν κερδισμένα. Αυτός άλλωστε είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίο η Γερμανία επέμενε πεισματικά να αναπροσαρμοστούν οι όροι του PSI. Η προοπτική συμμετοχής του Δημοσίου στη διοίκηση των τραπεζών, η οποία συνοδεύει τα «δώρα» του ΤΧΣ, προκαλεί αναστάτωση στα επιτελεία που θα πρέπει να πλεύσουν σε αχαρτογράφητα ύδατα.

Η προοπτική συμμετοχής του Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών, με δανεικά κεφάλαια από την τρόικα, ανατρέπει το επιχειρηματικό σκηνικό στη χώρα. Αυτό είναι όμως απ’ ό,τι φαίνεται το «αντίτιμο» προκειμένου να αποσοβηθεί ο λεγόμενος συστημικός κίνδυνος. Οι τράπεζες θα μπορούν να καλύπτουν τις ανάγκες ρευστότητάς τους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία ξεκαθάρισε ότι θα συνεχίσει να αποδέχεται τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου εφόσον αποφευχθεί το λεγόμενο πιστωτικό γεγονός (credit event). Υπό τις συνθήκες αυτές οι καταθέσεις είναι εγγυημένες, καθώς οι τράπεζες θα διαθέτουν επαρκή ρευστότητα όπως συμβαίνει και σήμερα. Βέβαια η κατάσταση δεν εξομαλύνεται, καθώς στο σύστημα των συγκοινωνούντων δοχείων η στάθμη των καταθέσεων έχει υποχωρήσει από τον Αύγουστο μέχρι σήμερα κατά περίπου 5 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα η «πίεση» να μεταφέρεται στις χορηγήσεις δανείων. Η «στρόφιγγα» δηλαδή γίνεται όλο και πιο σφιχτή για επιχειρήσεις και καταναλωτές.

www.enet.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *