Ειρηνοδικείο Λάρισας (19 Οκτ 2011)

Τελευταία ενημέρωση την 02 Νοέ 2011 — 22:44

ΕιρΛάρισας 106/2011

Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων – Υπερχρεωμένα νοικοκυριά – Εκούσια δικαιοδοσία – Αοριστία αίτησης – Καλή πίστη – Αδυναμία πληρωμής – Μηδενικές καταβολές – Τράπεζες – Αναβολή έκδοσης απόφασης -.

Η αίτηση ρύθμισης χρεών πρέπει να περιέχει, πέραν της μόνιμης αδυναμίας πληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών του φυσικού προσώπου, και: α) κατάσταση της περιουσίας του και των εισοδημάτων της συζύγου, β) κατάσταση των πιστωτών και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και γ) σχέδιο διευθέτησης οφειλών, έστω και με μηδενικές καταβολές. Η αρχή της καλόπιστης εκτέλεσης των ενοχών στοχεύει στην επαναφορά της ισορροπίας των παροχών, που διαταράχθηκε από περιστατικά προβλεπτά ή απρόβλεπτα. Με το νόμο 3869/2010, που εξειδικεύει το 288 ΑΚ, παρέχεται η δυνατότητα ρύθμισης των χρεών φυσικού προσώπου με απαλλαγή από αυτά και βρίσκει τη νομιμοποίησή της στο κοινωνικό κράτος δικαίου. Επί ακραίων ή εξαιρετικών περιπτώσεων οφειλετών, που έχουν ανυπαίτια πραγματική αδυναμία καταβολής και ελαχίστου ακόμη ποσού, όπως επί χρόνιας ανυπαίτιας ανεργίας, σοβαρών προβλημάτων υγείας, ανεπαρκούς εισοδήματος για κάλυψη βιοτικών στοιχειωδών αναγκών ή άλλων ισοδύναμων λόγων, το δικαστήριο μπορεί να καθορίζει μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του οφειλέτη. Εάν η δυσμενής οικονομική κατάσταση κρίνεται προσωρινή και δεν μπορεί να διαγνωσθεί ο χρόνος συνέχισης της ανεργίας του οφειλέτη, αναβολή έκδοσης απόφασης και ορισμός νέας δικασίμου μετά πέντε μήνες από την προηγούμενη, για την οποία οι διάδικοι ενημερώνονται με δική τους επιμέλεια.


ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΡΙΣΗΣ

(Εκουσία Δικαιοδοσία)

 

Αριθμός 106/2011

Με την κρινόμενη αίτησή της, η αιτούσα, επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της προς τις πιστώτριες, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητά, όπως σαφώς συνάγεται από όλο το περιεχόμενο της αίτησης, τη ρύθμιση των χρεών της, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει, και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή της κατάσταση, όπως αυτή εκτίθεται και το γεγονός ότι έχει μηδενικά εισοδήματα, απαλλαγεί ολοκληρωτικά απ’ αυτά με μηδενικές καταβολές.

Οι καθ’ ων η αίτηση πιστώτριες τράπεζες ισχυρίζονται ότι η κρινόμενη αίτηση είναι αόριστη, διότι αφ’ ενός δεν εξειδικεύεται στο υπό κρίση δικόγραφο πως η αιτούσα περιήλθε σε οικονομική αδυναμία και αφ’ ετέρου δεν προσδιορίζει από που ανευρίσκει το ποσό για το κόστος διαβίωσης αυτής και της οικογένειάς της. Οι παραπάνω ισχυρισμοί είναι απορριπτέοι, καθότι η έλλειψη των παραπάνω στοιχείων δεν καθιστά απορριπτέα ως απαράδεκτη την κρινόμενη αίτηση λόγω αοριστίας, διότι σ’ αυτή (αίτηση), πέραν των στοιχείων που αναφέρονται στη μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών από τον οφειλέτη-φυσικό πρόσωπο, η αίτηση πρέπει υποχρεωτικά να περιέχει και: α) κατάσταση της περιουσίας της αιτούσας και των εισοδημάτων του συζύγου της, β) κατάσταση των πιστωτών του και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και γ) σχέδιο διευθέτησης οφειλών, έστω και με μηδενικές καταβολές, στοιχεία που περιέχονται σ’ αυτή (Κρητικός, ρύθμιση ν. 3869/2010 σελ.64 και Ε. Κιουπτσίδου Αρμεν./64 Ανάτυπο σελ. 1477) και ουδέν άλλο στοιχείο απαιτείται για  την πληρότητα του ορισμένου της εν λόγω αίτησης. Συνεπώς τα προαναφερόμενα στοιχεία από τις πιστώτριες θα αποτελέσουν θέματα της αποδεικτικής διαδικασίας.

Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η κρινομένη αίτηση, εισάγεται αρμοδίως και παραδεκτώς ενώπιον αυτού του δικαστηρίου της περιφέρειας της κατοικίας της αιτούσας κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (αρθρ. 3 ν. 3869/2010). Για το παραδεκτό της έχει προσκομισθεί νομίμως η βεβαίωση η προβλεπόμενη από το άρθρο 2 παρ. 2 του ν, 3869/2010, περί αποτυχίας της απόπειρας εξωδίκου συμβιβασμού (βλ. την από 10-01-2011 βεβαίωση του δικηγόρου Γ. Μ.) καθώς και υπεύθυνη δήλωση της ιδίας (αιτούσας) για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων : α) της περιουσίας της και των εισοδημάτων της, β) των πιστωτών και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα καθώς και της μη υπάρξεως μεταβιβάσεων εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της κατά την τελευταία τριετία.

Περαιτέρω, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου και τηρούμενα αρχεία, προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση της αιτούσας, ούτε έχει εκδοθεί προγενεστέρως απόφαση για τη διευθέτηση των οφειλών της με απαλλαγή της από υπόλοιπα χρεών (άρθρ. 13 παρ. 2 ν. 3869/2010). Η αίτηση, στην οποία περιλαμβάνονται και τα στοιχεία του άρθρου 4 παρ. 1 ν. 3869/2010, είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 6 παρ.3, 8 και 9 του ν. 3869/2010. Εφόσον δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ της αιτούσας και των πιστωτών της, πρέπει η αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της.

Η καθιερούμενη από τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ αρχή της καλόπιστης εκτέλεσης των ενοχών στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής και την επαναφορά της ισορροπίας των παροχών, που διαταράχθηκε από διάφορα περιστατικά, προβλεπτά ή απρόβλεπτα, με κριτήρια αντικειμενικά για την ασφάλεια των συναλλαγών και γενικότερα του δικαίου (βλ. Βαθρακοκοίλης ερμηνεία άρθρου 288 ΑΚ σελ. 423).

Περαιτέρω με το Ν. 3869/2010 παρέχεται η δυνατότητα της ρύθμισης για το φυσικό πρόσωπο των χρεών του με απαλλαγή από αυτά και βρίσκει τη νομιμοποίησή της ευθέως στο ίδιο το κοινωνικό κράτος δικαίου που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μία χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία, άλλωστε, και  οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Μία τέτοια απαλλαγή χρεών δεν παύει όμως να εξυπηρετεί και ευρύτερα το γενικό συμφέρον, καθώς οι πολίτες επανακτούν μέσω των εν λόγω διαδικασιών την αγοραστική τους δύναμη προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 3869/2010).

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο ν. 3869/2010 εξειδικεύοντας τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ, με τις διατάξεις του, στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής του οφειλέτη, καθότι με το καθιερούμενο πλαίσιο διατάξεων αυτού, καθορίζει τις προυποθέσεις ρύθμισης των χρεών απαλλαγής απ’ αυτά του οφειλέτη-φυσικού προσώπου, με σκοπό να επαναφέρει την ισορροπία των παροχών μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών, που κατά κύριο λόγο είναι οι τράπεζες.

Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 8 ν. 3869/2010, δεν αποκλείεται η εμφάνιση στη πράξη ακραίων ή εξαιρετικών περιπτώσεων οφειλετών, οι οποίοι έχουν πραγματική αδυναμία καταβολών και ελαχίστου ακόμη ποσού. Τούτο ενδεικτικά μπορεί να συμβεί σε περίπτωση χρόνιας χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη ανεργίας, σοβαρών προβλημάτων υγείας ή άλλου μέλους της οικογένειας του, ανεπαρκούς εισοδήματος για την κάλυψη βιοτικών στοιχειωδών αναγκών ή άλλων λόγων ισοδύναμης βαρύτητας. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν τηρείται ο κανόνας που επιβάλλεται με την & 2 αλλά επιτρέπεται στο δικαστήριο να καθορίζει μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές ακόμη καταβολές κατά τη διατύπωση του νόμου (παρ. 5 εδ. α’ άρθρου 8), εφόσον διατυπώνεται σχετικό αίτημα από τον οφειλέτη. Το δικαστήριο προβαίνοντας σε εφαρμογή της διατάξεως του εδ. α’ της παρ. 5 του άρθρου 8, ορίζει με την ίδια απόφαση νέα δικάσιμο που απέχει από την προηγούμενη όχι λιγότερο από πέντε (5) μήνες για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών. Στη νέα αυτή δικάσιμο είτε επαναλαμβάνει την προηγούμενη απόφαση του, είτε προσδιορίζει εκ νέου τις καταβολές προς τα πάνω ή προς τα κάτω, αν συντρέχει περίπτωση. Για τη νέα δικάσιμο οι διάδικοι (οφειλέτης – πιστωτές) ενημερώνονται με δική τους επιμέλεια (βλ. Αθανάσιος Κρητικός        Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις – σελ. 138 – 139).

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα απόδειξης, ο οποίος εξετάστηκε νομότυπα στο ακροατήριο του δικαστηρίου και του οποίου η κατάθεση εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συζήτησης, τα έγγραφα που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, από τις ομολογίες που συνάγονται από τους ισχυρισμούς των διαδίκων (άρθρο 261 ΚΠολΔ) και απ’ όλη γενικά τη διαδικασία αποδείχτηκαν τα ακόλουθα: Η αιτούσα Π. Μ., κάτοικος Λ., γεννηθείσα το έτος 1965, είναι διαζευγμένη και έχει ένα γιο, ο οποίος είναι φοιτητής. Εργαζόταν μέχρι και τις 19 Μαίου του έτους 2010 ως υπάλληλος γραφείου στην εταιρεία με την επωνυμία « Φ. Τ. Α.Ε.», οπότε και αποχώρησε οικειοθελώς, όπως η ίδια δήλωσε ενώπιον της Επιθεώρησης Εργασίας Λάρισας, λόγω του ότι η εργοδότρια της δεν της κατέβαλε τις αποδοχές των μηνών Μαρτίου 2010, Απριλίου 2010, Μαΐου 2010, καθώς αποζημίωση και αποδοχές άδειας 2010, γεγονός το οποίο συνομολόγησε και η εκπρόσωπος της εργοδότριας εταιρείας (βλ. σχετ.  το με αριθ…/1.6.2010 δελτίο εργατικής διαφοράς). Ο γιος της ηλικίας 23 ετών, είναι φοιτητής στο Πολυτεχνείο Κρήτης και λόγω της οικονομικής της κατάστασης δεν είναι δυνατή η εκμίσθωση κατοικίας, ούτε γι’ αυτήν, ούτε και για τον γιο της, οπότε εγκαταστάθηκαν και διαμένουν ως φιλοξενούμενοι στην οικία των γονιών της. Από τότε που έμεινε άνεργη, λόγω του γεγονότος ότι είναι δύσκολη η ανεύρεση εργασίας λόγω της δυσχερούς οικονομικής κατάστασης της χώρας την τρέχουσα περίοδο, η οποία πλήττει και την απασχόληση, καθότι προσπάθησε να ανεύρει οποιαδήποτε εργασία και δεν ανεύρε. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης η αιτούσα είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, καθότι οι καθών  πιστώτριες δεν προβάλουν ισχυρισμό ότι η ανάληψη αυτών έγινε εντός του τελευταίου έτους, τα οποία δεν είναι εξοπλισμένα με εμπράγματη ασφάλεια και θεωρούνται κατά πλάσμα του νόμου σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ.3 ν. 3869/2010, με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα, υπολογίζονται δε με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο αυτό βλ. σε Κρητικό «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» σελ. 99).

1) Από την τράπεζα με την επωνυμία «Ε. ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α. Ε.» της. έχει χορηγηθεί με την με αριθμό … σύμβαση καταναλωτικής πίστης  εθνοδανείου, από τα οποία οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την κοινοποίηση της αίτησης στις 21/1/2011 το συνολικό ποσό των 7.742,31 ευρώ και

2) Από την τράπεζα με την επωνυμία «EFG E.E. Α.Ε.» α) με την με αριθμό …. σύμβαση καταναλωτικού δανείου της χορηγήθηκε δάνειο, από το οποίο οφείλει μαζί με τους τόκους, μέχρι την κοινοποίηση της αίτησης στις 21.1.2011 το συνολικό ποσό των 8.402,34 ευρώ, β) με την με αριθμό … σύμβαση πιστωτικής κάρτας, από την οποία οφείλει μαζί με τους τόκους μέχρι την κοινοποίηση της κλήσης στις 21-1-2011 το συνολικό ποσό των 6.895,18 ευρώ και γ) με τη με αριθμό .…. σύμβαση πιστωτικής κάρτας, από την οποία οφείλει μαζί με τους τόκους μέχρι την κοινοποίηση της παρούσας στις 21-1-2011 το ποσό των 3.139,82 ευρώ, ήτοι συνολικά οφείλει στη ανωτέρω τράπεζα το συνολικό ποσό των 18.437,34 ευρώ (8.402,34 + 6.895,18 + 3.139,82).

Όπως αποδείχτηκε και συνομολογεί και η ίδια η αιτούσα, μέχρι τον μήνα Ιούνιο του έτους 2010, όπου εργαζόταν, εξυπηρετούσε κανονικά τις δανειακές υποχρεώσεις της. Έκτοτε, λόγω του ότι είναι άνεργη (βλ. σχετ. κάρτα ανεργίας ΟΑΕΔ) δημιουργήθηκαν ληξιπρόθεσμες οφειλές, οι οποίες επιβαρύνονταν με τόκους υπερημερίας με αποτέλεσμα το Δεκέμβριο του 2010 να γνωστοποιήσει εγγράφως δια εξωδίκου προσκλήσεως για εξωδικαστικό συμβιβασμό στους πιστωτές της, ότι δεν μπορεί να εξυπηρετεί πλέον τις οφειλές της (βλ. σχετ. …/9-12-201 0 και …/9-12-2010 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή Ι. Ν.). Περαιτέρω αποδείχτηκε ότι τα εισοδήματα της αιτούσας για το οικονομικό έτος 2011 -χρήση 2010 ανέρχονταν στο ποσό των 3.993,79, το οποίο αντιστοιχούσε στα εισοδήματα της μέχρι το μήνα Ιούνιο που καταγράφηκε ως άνεργη, ενώ σήμερα τα εισοδήματά της είναι μηδενικά.

Από τα ανωτέρω στοιχεία απεδείχθη ότι η αιτούσα έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε πραγματική αδυναμία καταβολής και ελαχίστων ακόμη χρηματικών ποσών, δεδομένου ότι απώλεσε την εργασία της και καταβάλλει κάθε προσπάθεια ανευρέσεως οιασδήποτε εργασίας, οπότε συντρέχουν στο πρόσωπο της οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του ν. 3869/2010, πλην όμως λόγω του ότι η παραπάνω δυσμενής οικονομική κατάσταση της αιτούσας κρίνεται ως προσωρινή, καθότι δεν είναι δυνατόν να διαγνωστεί ο χρόνος που θα παραμείνει ως άνεργη και κατ’ ακολουθία και στην αυτή οικονομική κατάσταση, πρέπει για το λόγο αυτό το Δικαστήριο να αναβάλει την έκδοση αποφάσεως και να ορίσει νέα δικάσιμο, όχι νωρίτερα από πέντε μήνες, για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών της, θεωρώντας ότι εντός του χρονικού διαστήματος μέχρι την νέα δικάσιμο, θα έχει βελτιωθεί σημαντικά η οικονομική κατάσταση της, σύμφωνα με τις διατάξεις του αρθρ. 8 παρ. 5 ν. 3869/2010. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ’ άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων

Αναβάλλει την έκδοση απόφασης

Ορίζει νέα δικάσιμο για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών της αιτούσας την 13η Μαρτίου του έτους 2012, κατά το χρόνο και τόπο που συνεδριάζει το Δικαστήριο…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *