Τα μετρητά είναι βασιλιάς

Ο καλύτερος τρόπος άμυνας απέναντι στον κίνδυνο ενός κραχ είναι η ρευστοποίηση των επενδύσεων και η τοποθέτηση τους σε μετρητά – εκτός του τραπεζικού συστήματος, καθώς επίσης σε ασφαλή νομίσματα, μακριά από το ευρώ.

Οι κεντρικές τράπεζες δεν κατάφεραν μεν να εξυγιάνουν την πραγματική οικονομία με τη νομισματική πολιτική τους, αλλά ασφαλώς είχαν τεράστια επιτυχία, όσον αφορά τις χρηματοπιστωτικές αγορές – στις οποίες αυξήθηκαν τα πάγια περιουσιακά στοιχεία, με σχετικά ασφαλείς προβλεπόμενες ταμειακές ροές (cash flows), όπως είναι τα ομόλογα, οι μετοχές και τα ακίνητα.

Για όσο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα δε αναμένονται αυξημένα έσοδα και κέρδη, τόσο ισχυρότερη είναι η άνοδος των τιμών – γεγονός που οφείλεται στην επίδραση των χαμηλών επιτοκίων, όσον αφορά την αξιολόγηση των μελλοντικών αποδόσεων. Με απλά λόγια, όσο χαμηλότερα είναι τα επιτόκια, τόσο υψηλότερη είναι η παρούσα αξία των αποδόσεων που θα έχουν οι επενδυτές στο μέλλον – οπότε τα χαμηλά επιτόκια έχουν οδηγήσει στην ουσιαστικά «τέλεια αύξηση» των τιμών των παγίων περιουσιακών στοιχείων.

Περαιτέρω, χωρίς μία ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των κερδών των παγίων περιουσιακών στοιχείων, των επιχειρήσεων δηλαδή όσον αφορά τις μετοχές, των ενοικίων όσον αφορά τα ακίνητα κοκ., οι σημερινές πολύ υψηλές τιμές τους δικαιολογούνται μόνο από τη συνέχιση των χαμηλών επιτοκίων – επίσης από την αύξηση του πληθωρισμού.

Εν τούτοις, ο πληθωρισμός δεν φαίνεται να κλιμακώνεται βραχυπρόθεσμα ενώ, αντίθετα, τα επιτόκια θα μπορούσαν να αυξηθούν, κρίνοντας από την απόφαση της Fed να ξεκινήσει τον ανοδικό κύκλο – οπότε είναι θέμα χρόνου η άσκηση πιέσεων στις τιμές των ομολόγων, των μετοχών, των ακινήτων κλπ., οι οποίες είναι ήδη υπερβολικά υψηλές (φούσκα).

Στα πλαίσια αυτά η καλύτερη στρατηγική, έτσι ώστε να είναι κανείς σωστά προετοιμασμένος για ένα τέτοιου είδους σενάριο, η αντιστάθμιση του κινδύνου δηλαδή (hedge), είναι η διατήρηση αυξημένης ρευστότητας – αφού η τοποθέτηση σε πτωτικές τιμές (sort) δεν είναι συνήθως επιτυχής, επειδή κανένας δεν γνωρίζει πότε θα ακολουθήσει η πτώση, ενώ πολύ συχνά η φούσκες «απογειώνονται» πριν το τελικό τους εκκωφαντικό «σπάσιμο».

Με απλά λόγια, ο καλύτερος τρόπος άμυνας απέναντι στον κίνδυνο ενός πτωτικού κύκλου των τιμών των παγίων είναι η ρευστοποίηση των επενδύσεων, κυρίως των μετοχών που δεν δίνουν μεγάλα μερίσματα, καθώς επίσης η τοποθέτηση των χρημάτων σε έναν τραπεζικό λογαριασμό – με κόστος το ποσοστό του πληθωρισμού (μείωση της αγοραστικής αξίας των χρημάτων), το οποίο στην Ευρώπη είναι της τάξης του 1,5% ετησίως.

Σε σύγκριση με την πιθανότητα πτώσης των τιμών των μετοχών στα χρηματιστήρια περί το 20%, η οποία με κριτήριο τα αποτελέσματα των τραπεζών δεν είναι υπερβολική (12 δις € ζημίες της Unicredit, ζημίες της Deutsche Bank, της Commerzbank κλπ.) το πληθωριστικό κόστος είναι ελάχιστο – ακόμη και αν πρέπει να περιμένει κανείς αρκετό χρόνο.

Περαιτέρω, όπως ισχύει γενικότερα, έτσι και για τις επενδύσεις σε πάγια περιουσιακά στοιχεία το κέρδος δεν είναι στην πώληση, αλλά στην αγορά τους – οπότε, εάν κανείς τοποθετήσει τα χρήματα του με τις σημερινές τιμές αγοράς σε μετοχές τότε, με ορίζοντα τα επόμενα δέκα χρόνια, δεν μπορεί να περιμένει αποδόσεις υψηλότερες του 2% ετήσια.

Επομένως μόλις 0,5% πάνω από τον πληθωρισμό, οπότε δεν είναι λογικό το ρίσκο υπό τις σημερινές προϋποθέσεις. Κάτι ανάλογο ισχύει επίσης για τα ακίνητα, τα οποία είναι ακόμη πιο ευαίσθητα στις αυξήσεις των επιτοκίων – με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι, οι επενδύσεις σε τέτοιες περιόδους απλά βοηθούν τους επαγγελματίες να αποχωρήσουν με κέρδη από τις αγορές.

Εν τούτοις, η διατήρηση των χρημάτων σε μετρητά στους τραπεζικούς λογαριασμούς, σε σχέση με την ασφάλεια τους, είναι σήμερα προβληματική – αφού, εκτός από τα παραπάνω ετήσια αποτελέσματα των τραπεζών, όλες οι μελέτες τεκμηριώνουν πως ο τραπεζικός κλάδος στην Ευρώπη είναι σε πολύ χειρότερη κατάσταση, από αυτήν που θέλουν να πιστεύουμε τόσο η ΕΚΤ, όσο και οι πολιτικοί.

Ως εκ τούτου, ο κίνδυνος να κληθούν οι καταθέτες να διασώσουν τις τράπεζες σε μία επόμενη κρίση (Bail in), εκτός από τους μετόχους και ομολογιούχους τους, είναι πάρα πολύ μεγάλος – παρά το ότι στην περίπτωση της Ιταλίας υπήρξαν συμβιβασμοί, λόγω των φόβων αποχώρησης της από την Ευρωζώνη, οπότε της κατάρρευσης του ευρώ. Ένας επόμενος κίνδυνος είναι το «κούρεμα» των καταθέσεων, για να διασωθούν κάποια υπερχρεωμένα κράτη – όπως η Ιταλία, η Ελλάδα κοκ., ενώ έτσι έχει διασωθεί στο παρελθόν η Κύπρος.

Λογικά λοιπόν ο καλύτερος τρόπος διατήρησης των χρημάτων είναι σε μετρητά και όχι σε τραπεζικές καταθέσεις – κάτι που γνωρίζουν πολύ καλά τόσο οι κεντρικές τράπεζες, όσο και οι κυβερνήσεις, με αποτέλεσμα να προσπαθούν με κάθε τρόπο να περιορίσουν τη χρήση των μετρητών.

Φυσικά ισχυρίζονται πως ο στόχος τους είναι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της τρομοκρατίας – κάτι που όμως θεωρείται ως δικαιολογία, αφού στην πραγματικότητα προσπαθούν να εμποδίσουν τις εκροές χρημάτων από το τραπεζικό σύστημα, ειδικά από τις χώρες που επιβάλλονται αρνητικά επιτόκια καταθέσεων.

Ειδικά όσον αφορά το ευρώ, η ανασφάλεια είναι ακόμη μεγαλύτερη, αφού κανένας δεν γνωρίζει εάν θα υπάρχει μετά από κάποια χρόνια – κυρίως μετά τις πρόσφατες δηλώσεις της καγκελαρίου, όσον αφορά την Ευρώπη πολλών ταχυτήτων.

Επομένως η διατήρηση των χρημάτων σε μετρητά εκτός του τραπεζικού συστήματος και σε νομίσματα που είναι ισχυρά είναι η καλύτερη συνταγή σε εποχές, όπως η σημερινή – εναλλακτικά σε βραχυπρόθεσμα, εύκολα ρευστοποιήσιμα ομόλογα φερέγγυων οφειλετών, «παρκαρισμένα» σε ασφαλέστερα σημεία από ότι οι τράπεζες, τα οποία θεωρούνται επίσης μετρητά.

Μία τρίτη εναλλακτική δυνατότητα είναι ίσως ο χρυσός στη φυσική του μορφή, με το μειονέκτημα όπως της χειραγώγησης των τιμών του από τα κράτη – οπότε αντιμετωπίζεται ως μία μακροπρόθεσμη επένδυση, κατάλληλη για προβληματικές εποχές, όσον αφορά το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και την παγκόσμια ειρήνη.

Ολοκληρώνοντας, στην Ελλάδα η κατάσταση είναι τραγική από κάθε πλευρά, ειδικά όσον αφορά τις τράπεζες – μεταξύ άλλων επειδή συνεχίζεται η μείωση των καταθέσεων, κυρίως λόγω του ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να πληρώσουν διαφορετικά τις υποχρεώσεις τους.

Επίσης λόγω του ότι αυξάνονται τα κόκκινα δάνειά τους (γράφημα), η διάσωση τους θεωρείται αναπόφευκτη και δεν αναμένεται να εμφανισθούν ξένοι επενδυτές – ενώ δεν πρόκειται να υπάρξουν συμβιβασμοί, όπως στην Ιταλία, αφού κανένας δεν ενδιαφέρεται πλέον για το τι θα συμβεί στη χώρα μας.

 

Όσον αφορά το κλείσιμο της αξιολόγησης, έτσι ώστε να εγκριθεί στην Ελλάδα μία ακόμη δόση από τους δανειστές της, για να πληρωθούν οι ίδιοι, δεν πρόκειται να βοηθήσει τις τράπεζες – αφού τα οφέλη που προσδοκούν είναι από την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, προϋπόθεση του οποίου δεν είναι τόσο το κλείσιμο της αξιολόγησης, όσο η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους.

Έστω η τυπική βέβαια, όπως θα ήταν η έγκριση της βραχυπρόθεσμης αναδιάρθρωσης – μέσω της οποίας θα συνεχίσει η αποχαυνωμένη πατρίδα μας να ευρίσκεται σε καθεστώς κυλιόμενης χρεοκοπίας, έως ότου λεηλατηθεί εντελώς και πεταχτεί στα σκουπίδια, σαν τη στυμμένη λεμονόκουπα.

www.analyst.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *